… Το γιο του σεΐχη ξέρω εγώ. Καλά μη φανταστείς ότι τον ξέρω προσωπικά, αν και δε φταίω εγώ γι’ αυτό. Πέρασα από το σπίτι του πριν λίγα χρόνια, αλλά έλειπε*. Παρόλα αυτά εγώ αυτόν ξέρω για Rudolph αυτόν εμπιστεύομαι.
Όχι σαν εσένα που ξέρεις μόνο το ελαφάκι – άντε και το Νουρέγιεφ.
Τις μελιτζάνες του σεΐχη από την άλλη, ομολογώ ότι δεν τις είχα ξανακούσει μέχρι να διαβάσω την “Αφροδίτη ” της Ιζαμπέλ Αλιέντε. Και χάρηκα πολύ που βρέθηκαν στο δρόμο μου και στο πιάτο μου …
Μελιτζάνες του σεΐχη
υλικά:
2 μέτριες μελιτζάνες
1 κρεμμύδι
2 σκελίδες σκόρδο
4 κουτ. σούπας ελαιόλαδο
1 πρέζα γαρύφαλλο
1 κουτ. γλυκού ζάχαρη
2 ντομάτες
τριμμένη παρμεζάνα ή γραβιέρα ή ημίσκληρο τυρί
αλάτι, πιπέρι, βούτυρο
Χοντροκόβουμε το κρεμμύδι και το σκόρδο και τα σωτάρουμε ελαφρά στο λάδι.
Νοστιμίζουμε με το γαρύφαλλο και τη ζάχαρη και αλατοπιπερώνουμε.
Σκεπάζουμε το τηγάνι και σιγοβράζουμε μέχρι να μαλακώσουν προσθέτοντας αν χρειαστεί λίγο κρασί ή νερό.
Σαπουνίζουμε τις μελιτζάνες και τις καθαρίζουμε αφαιρώντας εναλλάξ λωρίδες από τη φλούδα τους (αφαιρούμε μία λωρίδα και αφήνουμε στη διπλανή της τη φλούδα, σχηματίζοντας ρίγες).
Κόβουμε τις μελιτζάνες σε χοντρές ροδέλες και τις βάζουμε σε λαδωμένο σκεύος, κεραμικό ή πυρέξ.
Σαπουνίζουμε τις μελιτζάνες και τις καθαρίζουμε αφαιρώντας εναλλάξ λωρίδες από τη φλούδα τους (αφαιρούμε μία λωρίδα και αφήνουμε στη διπλανή της τη φλούδα, σχηματίζοντας ρίγες).
Κόβουμε τις μελιτζάνες σε χοντρές ροδέλες και τις βάζουμε σε λαδωμένο σκεύος, κεραμικό ή πυρέξ.
Τις αλατοπιπερώνουμε, σκορπίζουμε από πάνω τα μισά σκορδοκρέμμυδα και πασπαλίζουμε με το μισό τυρί.
Κόβουμε τις ντομάτες σε χοντρές ροδέλες και τις στρώνουμε πάνω από το τυρί.
Τις αλατοπιπερώνουμε, σκορπίζουμε από πάνω τα υπόλοιπα σκορδοκρέμμυδα και πασπαλίζουμε με το υπόλοιπο τυρί.
Περιχύνουμε με λάδι ή ρίχνουμε μερικά κομματάκια βούτυρο και σκεπάζουμε το σκεύος με αλουμινόχαρτο.
Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο, στους 180 βαθμούς κελσίου, για 40΄ περίπου.
Αφαιρούμε το αλουμινόχαρτο και ψήνουμε για 10΄ ακόμη.
* Τώρα που το ξανασκέφτομαι, ο Ροντόλφο μάλλον θα πρέπει να έλειπε για χρόνια κι όχι μόνο εκείνο το απόγευμα που πέρασα απροειδοποίητα εγώ, γιατί το σπίτι είχε μετατραπεί σε μουσείο.
Άσε που από κοντά είχε ανοίξει μια μικρή Osteria με τοπικές σπεσιαλιτέ και το όνομά του φαρδύ-πλατύ στην ταμπέλα της, κάτι που δύσκολα θα επέτρεπε ο γειτονικός σπιτονοικοκύρης …