… Μια μπουκιά πάστα φλώρα. Η τελευταία μπουκιά πάστα φλώρα. Η μπουκιά που ξεχείλισε το ποτήρι, η μπουκιά που jacta est, που ήλθον, έφτιαξον, είδον αλλά δεν έφαγον.
Από τη μια μεριά εγώ. Που τρώω καθημερνές και σχόλες ρυζογκοφρέτες, που δείχνω ψυχραιμία και δύναμη χαρακτήρα κάθε μέρα όλη μέρα στην κουζίνα, που με νοιάζει κι αν καεί η απ’ την πίτα που δεν τρώω πια, που λαχταράω τα σιμίτια πιο πολύ κι απ’ τα χρυσά βραχιόλια στο Kapali Carsi, που είμαι ή το παίζω υπεράνω κι ας ψάχνω μπαρμπέρη να μου ξουρίσει το μούσι, έτσι που δεν μπορώ να βοσκήσω στο φαγητολίβαδο.
Κι από την άλλη εκείνος. Ο παμφάγος. Που μπορεί και τρώει ό,τι τραβάει η όρεξή του. Ο καλός ο μύλος που αλέθει χρόνια τώρα τα καθημερινά μου γεννήματα, που δεν έχει παρά να εκφράσει μια επιθυμία για να πραγματοποιηθεί αυθημερόν.
Και ο οποίος έφαγε μαζί με τη θυγατέρα μας την περί ης ο λόγος πάστα φλώρα. Όλη. Εκτός από το τελευταίο κομμάτι. Που κράτησε ζηλότυπα η κόρη για λογαριασμό της. Και που ζήλεψα η δόλια μάνα.
Κι αφού η αποχή μου από τη γλουτένη λόγω δυσανεξίας επίκειται άμεσα, κι αφού δε λύγισα μπροστά στην παπιόπιτα και στα νουντλς με πάπια που την ακολούθησαν, είπα να αφεθώ και να ενδώσω τώρα, να ζητήσω να μου αφήσουν την τελευταία, μικροσκοπική, τοσοδούλικη, τραγανή και λαχταριστή μπουκιά.
Όπερ και εγένετο κι η καημένη η μπουκίτσα με περίμενε υπομονετικά ολονυχτίς στο πιατάκι, να ξημερώσει ο Θεός, να φτιάξω το τσαγάκι μου και να ξεκινήσω με διάθεση μιαν ακόμη ζόρικη μέρα.
Φευ. Πριν αλέκτορα φωνήσαι του εχθρού τα φουσάτα περάσαν κι η μπουκιά εξαφανίστηκε.
Τα στάχυα της θειας Αχτίτσας. Του φτωχού τ’ αρνί.
Τι κι αν στα πω, τι κι αν στα γράψω; Δε βαριέσαι.
Που γραψ’ ο Θεός ξεβράκωτο, ποτέ βρακί δε βάζει.
Τι κι αν θυμώσω;
Τ’ αψύ το ξύδι τ’ αγγειό του βλάβει …
(Η) Πάστα φλώρα (της οργής)
υλικά:
125 γρ. μαργαρίνη
100 γρ. γιαούρτι
70 γρ. ηλιέλαιο
50 γρ. άχνη
350 γρ. αλεύρι
1 κοφτό κουτ.γλ. μπέικιν πάουντερ
κάντιτα ανάμεικτα
μαρμελάδα φράουλα ή κεράσι ή βατόμουρο
μαρμελάδα ροδάκινο ή βερύκοκκο ή πορτοκάλι
Ζεσταίνουμε ελαφρά τη μαργαρίνη στα μικροκύματα να μαλακώσει και προσθέτουμε το ηλιέλαιο, το γιαούρτι, την άχνη, το μπέικιν και το αλεύρι.
Αρχικά ανακατεύουμε απαλά με το χέρι κι ύστερα ζυμώνουμε απαλά, ίσαμε όλα τα υλικά να αναμειχθούν καλά.
Χωρίζουμε τα 2/3 της ζύμης και τα στρώνουμε σε ταρτιέρα με διάμετρο 28 εκ., είτε με το χέρι είτε με το ειδικό οδωστρωτηράκι.
Ανασηκώνουμε τη ζύμη στο πλαϊνά δημιουργώντας τοιχώματα.
Σκορπίζουμε σε όλη την επιφάνεια τα κάντιτα και απλώνουμε στη μισή ζύμη την κόκκινη μαρμελάδα.
Απλώνουμε στην υπόλοιπη ζύμη την κίτρινη μαρμελάδα.
Πλάθουμε κορδόνια με το 1/3 της ζύμης που κρατήσαμε και αρχίζουμε να καλύπτουμε τις μαρμελάδες, εναλλάσσοντας κάθετα και οριζόντια κορδόνια, ώστε να δημιουργήσουμε ένα πλεκτό σχέδιο.
Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο, στους 180 βαθμούς κελσίου, για 30΄-35΄.
΄Όταν κρυώσει ελαφρά πασπαλίζουμε την πάστα φλώρα με ζάχαρη άχνη.
Υ.Γ. Αν και τώρα δεν πήρες το μήνυμα, το μόνο που μου απομένει είναι να τη μετονομάσω σε άστα φλώρα, μπας κι αφήσεις κανένα κομμάτι.
* Ιδού και οι περίφημες βέργες με τα βραχιόλια ή τα σιμίτια …
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου