… Αυτό το μάμπο το μπραζιλέιρο πότε τρύπωσε στις ελληνικές απόκριες; Κι από πότε εξαπλώθηκε σαν μεταλλαγμένος ιός προσβάλλοντας τα καρναβάλια όλης της χώρας; Απ’ την Πάτρα ως την Ξάνθη γιατί κουνιούνται όλοι σε λατινοαμερικάνικους ρυθμούς; Πόσες φορές θ’ ακούσουμε πια αυτό το αχώνευτο Che te la pongo;
Και να πεις ότι δεν έχουμε αποκριάτικη παράδοση στην Ελλάδα; Τύρναβος και μπουρανί, Κοζάνη και φανοί, Νάουσα και μπούλες, Γιάννενα και τζαμάλες, Θήβα και βλάχικος γάμος - κάθε τόπος και ζακόνι. Με τα δρώμενά του, άλλα σκαμπρόζικα κι άλλα πιο ήπια, με τα τραγούδια του τα παιχνιδιάρικα, με τα υπονοούμενα και τα ευφυέστατα λογοπαίγνιά τους, όλα πατρίδα μας κι αυτά κι εκείνα.
Κι αν ξεμυαλιστήκαμε τόσα χρόνια με τα βραζιλιάνικα καρναβάλια, κι αν χαζεύαμε έκθαμβοι σφριγηλά πωπουδάκια στο σαμποδρόμιο ή στο Μοσχάτο, σιγά-σιγά ξαναβρίσκουμε το δρόμο τον δικό μας. Ξαναγυρνάμε στα μέρη μας, αναβιώνουμε ξεχασμένες παραδόσεις, τραγουδάμε στη γλώσσα μας, χορεύουμε στους ρυθμούς μας.
Κι επειδή είμαι μεγαλόκαρδη, ας κλείσω την Αποκριά πολυπολιτισμικά. Θα φτιάξω ένα βραζιλιάνικο γλυκό, τα brigadeiros, τραγουδώντας όμως το αγαπημένο μου παραδοσιακό αποκριάτικο τραγούδι – το “Δε δουλεύω τη Δευτέρα” …
Brigadeiros,
τα βραζιλιάνικα τρουφάκια
υλικά:
1 κουτί (400 γρ.) ζαχαρούχο γάλα
30 γρ. κακάο σκόνη
15 γρ. βούτυρο ή μαργαρίνη
Αδειάζουμε το γάλα σε βαθύ κατσαρολάκι και ρίχνουμε το κακάο.
Ανακατεύουμε καλά για να διαλυθούν τυχόν σβώλοι και προσθέτουμε το βούτυρο.
Βράζουμε σε μέτρια φωτιά για 10΄, ανακατεύοντας διαρκώς για να μην κολλήσει.
Όταν το μείγμα πήξει τόσο που να ξεκολλάει από τα τοιχώματα της κατσαρόλας, είναι έτοιμο.
Το αδειάζουμε σε μπωλ και αφήνουμε να κρυώσει (30΄ περίπου).
Πλάθουμε μικρά μπαλάκια και τα κυλάμε σε τρούφα, κακάο, ινδοκάρυδο ή ό,τι άλλο μας αρέσει.
Δε δουλεύω τη Δευτέρα – πω, πω, τι έπαθα!
Δε δουλεύω τη Δευτέρα, γιατί με πονάει η φτέρα.
Δε δουλεύω και την Τρίτη – πω, πω, τι έπαθα!
Δε δουλεύω και την Τρίτη, τι μου ξεματώνει η μύτη.
Δε δουλεύω την Τετάρτη – πω, πω, τι έπαθα!
Δε δουλεύω την Τετάρτη, γιατί με πονάει η πλάτη.
Δε δουλεύω και την Πέφτη – πω, πω, τι έπαθα!
Δε δουλεύω και την Πέφτη, γιατί με πονάει η μέση.
Δε δουλεύω την Παρασκευή – πω, πω, τι έπαθα!
Δε δουλεύω την Παρασκευή, γιατί με πονάει τ’ αυτί.
Δε δουλεύω το Σαββάτο – πω, πω, τι έπαθα!
Δε δουλεύω το Σαββάτο, γιατί τά ’χω άνω-κάτω.
Δε δουλεύω Κυριακή - πω, πω, τι έπαθα!
Δε δουλεύω και την Κυριακή, γιατί δούλεψα πολύ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου