Γλυκό σα Μέλνικ.
Ένα τόσο δα χωριουδάκι είναι το Μέλνικ στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, μόλις 30΄ από τον Προμαχώνα και 20΄ από το Σαντάνσκι των αλλοτινών γκρουπ που, σε ημερήσιες εκδρομές-επιδρομές, κυνηγούσαν από αθλητικά παπούτσια και “σινιέ” ρούχα μέχρι μασέλες και μασάζ.
Ένα χωριουδάκι γραφικό, που θυμίζει αυστριακή εξοχή – έτσι τουλάχιστον λένε οι τυχεροί, που είδαν και τα δυο και μπορούν να τα συγκρίνουν. Μελένικο ήταν το παλιό ελληνικό του όνομα κι έχει διατηρήσει τη μακεδονίτικη αρχιτεκτονική σε σπίτια και ξενοδοχεία.
Με αμπελώνες να θεριεύουν σε όλη την περιοχή και να δίνουν ένα κρασί που θεωρείται από τα καλύτερα. Κάθε σπίτι και πατητήρι, κάθε νοικοκύρης και οινοποιός, κάθε κελάρι γεμάτο μπουκάλια, κάθε αυλή και πωλητήριο. Εικόνα ίδια κι απαράλλαχτη με τους Αρβέρνιους που πουλούσανε κρασί και κάρβουνα …
Στον κεντρικό δρόμο του χωριού υπάρχουν στη σειρά οι τοπικές ταβέρνες – mehana στη γλώσσα τους. Διάλεξα ενστικτωδώς μία για να φάμε, καθίσαμε κάτω από έναν μεγάλο πλάτανο και παραγγείλαμε χαρακτηριστικά πιάτα από τον πλούσιο κατάλογο.
Εξυπηρετικότατη η σερβιτόρα, μας απάντησε σε χαριτωμένα σπαστά αγγλικά σε όλες τις περί των πιάτων ερωτήσεις μας και σε λίγο άρχισαν να καταφθάνουν μία-μία οι ευμεγέθεις μερίδες.
Έχουμε και λέμε: μια σαλάτα του βοσκού (κάτι σαν χωριάτικη ενισχυμένη με πρασινάδες, ζαμπόν και τυρί), ένα σαγανάκι ντόπιων τυριών, μια μερίδα κεφτεδάκια τα οποία -ειρήσθω εν παρόδω- παραγγέλνεις με το κομμάτι, μια μερίδα συκωτάκια από κοτόπουλο, μια μερίδα παραδοσιακό μαγειρευτό κοτόπουλο (το οποίο πήραμε τελικά σε πακέτο γιατί είχαμε ήδη σκάσει στο φαΐ), ένα τοπικό λουκάνικο σε σπειροειδή μορφή – το ονομαζόμενο “καρνάτσε”, μια μεγάλη πιατέλα με λαχταριστά ψητά λαχανικά για την οποία πληρώσαμε 0,90 €, μια ντόπια μπύρα, μια πορτοκαλάδα και, για επιδόρπιο, ένα κομμάτι βουλγάρικος μπακλαβάς κι ένα βουβαλίσιο γιαούρτι με μαρμελάδα blueberry.
Για όλα τα ανωτέρω πληρώσαμε το αστρονομικό ποσό των 23 € και, μετά τη χορτάτη κοιλιά μας, τρίβαμε και τα μάτια μας.
Το θεωρώ εντελώς μάταιο ακόμη και να προσπαθήσω να υπολογίσω πόσα θα πληρώναμε σε μια οποιαδήποτε ελληνική ταβέρνα, το ζεστό μήνα Αύγουστο …
Βουλγάρικο καρνάτσε
Απλώνουμε το λουκάνικο και το πιέζουμε σε όλο το μήκος του, ώστε να έχει παντού το ίδιο πάχος.
Το αλείφουμε με το λάδι και πασπαλίζουμε με τα μυρωδικά, πιέζοντας ελαφρά και κάνοντάς του ένα είδος μασάζ.
Αφήνουμε να μαριναριστεί για τουλάχιστον 30΄, πιπερώνουμε και τυλίγουμε το λουκάνικο σπειροειδώς.
Το στερεώνουμε περνώντας 1 ή (χιαστί) 2 καλαμάκια από σουβλάκι και το ψήνουμε σε αντικολλητικό τηγάνι-γκριλιέρα, ακόμη και χωρίς λιπαρή ουσία.
Αφήνουμε να μαριναριστεί για τουλάχιστον 30΄, πιπερώνουμε και τυλίγουμε το λουκάνικο σπειροειδώς.
Το στερεώνουμε περνώντας 1 ή (χιαστί) 2 καλαμάκια από σουβλάκι και το ψήνουμε σε αντικολλητικό τηγάνι-γκριλιέρα, ακόμη και χωρίς λιπαρή ουσία.
Η διαδικασία είναι απλούστατη. Παρόλα αυτά, για να πετύχει, είναι απαραίτητο ένα καλής ποιότητας και ει δυνατόν φρεσκοφτιαγμένο λουκάνικο – κάτι που απαιτεί καλή σχέση με τον κρεοπώλη της γειτονιάς, είτε της δικιάς σας είτε άλλης.
Εμείς χρησιμοποιήσαμε salsiccia, το φημισμένο ντόπιο λουκάνικο που φέραμε από την ίδια τη Λουκανία αυτοπροσώπως, που έδωσε και το όνομά της σε όλα τα λουκάνικα.
Εμείς χρησιμοποιήσαμε salsiccia, το φημισμένο ντόπιο λουκάνικο που φέραμε από την ίδια τη Λουκανία αυτοπροσώπως, που έδωσε και το όνομά της σε όλα τα λουκάνικα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου